- ροτενόνη
- η, Νχημ. οργανική τοξική ένωση που βρίσκεται στις ρίζες διαφόρων φυτών και χρησιμοποιείται ως εντομοκτόνο.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. rotenone < ιαπ. roten «δέρρις, φυτό τών τροπικών χωρών» + -one].
Dictionary of Greek. 2013.